Ο τάφος του σπουδαίου Κρητικού συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη (1883-1957) βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο των Τειχών του Ηρακλείου, τον προμαχώνα Μαρτινένγκο , έχοντας πανοραμική θέα στην άχαρη, αλλά τόσο ιστορική, τσιμεντούπολη του Ηρακλείου. Τα έργα του «ο Τελευταίος Πειρασμός», «ο Χριστός ξανασταυρώνεται» και «Καπετάν Μιχάλης» χαρακτηρίστηκαν «αντιχριστιανικά» και «ιερόσυλα» και είχαν φέρει την εκκλησία πολύ κοντά στον αφορισμό του συγγραφέα το 1955. Ο αφορισμός δεν έγινε ποτέ, αλλά η Εκκλησία της Ελλάδος ζήτησε την απαγόρευση κυκλοφορίας των βιβλίων.
Ο Νίκος Καζαντζάκης πέθανε από λευχαιμία στις 26 Οκτωβρίου 1957 στη Γερμανία. Αρχικά, όταν η σορός έφτασε στην Αθήνα στις 4 Νοεμβρίου ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος δεν έδωσε άδεια να τεθεί η σωρός του σε λαϊκό προσκύνημα σε ναό των Αθηνών. Έτσι έμεινε στο νεκροτομείο έως την επιστροφή στην πατρίδα του την Κρήτη.
Στις 5 Νοεμβρίου, η σορός τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στον ιερό ναό του Αγίου Μηνά. Την επόμενη ημέρα το πρωί τελέστηκε η νεκρώσιμη ακολουθία υπό τον Μητροπολίτη Κρήτης Ευγένιο και υπό την παρουσία του Υπουργού Παιδείας Γεροκοστόπουλου, ενώ παράλληλα έξω από τον ναό, φανατικοί έκαιγαν εφημερίδες και φώναζαν. Η σορός μεταφέρθηκε στην τελευταία κατοικία του Καζαντζάκη, τον προμαχώνα του Μαρτινέγκο, συνοδεία τεράστιου πλήθους.
Ο τάφος του είναι λιτός με ένα ξύλινο σταυρό και μια πλάκα με χαραγμένη τη διάσημη φράση που έγραψε ο ίδιος: ”Δεν ελπίζω τίποτε. Δεν φοβάμαι τίποτε. Είμαι ελεύθερος”.