Το Σμιλιανό Φαράγγι ή Φαράγγι Καλαμαύκας βρίσκεται βόρεια του χωριού Άνω Μέρος, περίπου 100χλμ νοτιοδυτικά του Ηρακλείου. Μέσα από το φαράγγι διέρχεται ο Λυγιώτης ποταμός, που πηγάζει από τις λαγκαδιές του Κέντρου, νότια από το Γερακάρι, και τις πλαγιές της Σάμιτου. Το φαράγγι μήκους 2.5χλμ ξεκινάει κοντά στο χωριό Βρύσες και δίπλα από τον εγκαταλελειμμένο οικισμό του Σμιλέ και καταλήγει βόρεια του Άνω Μέρους, σε τοποθεσία όπου υπάρχει πρόσβαση με ασφαλτοστρωμένος δρόμο.
Το φαράγγι έχει πολύ νερό το χειμώνα και αυτό κάνει την είσοδο στο φαράγγι από την αρχή αρκετά επικίνδυνη, ακόμα και για καλά εκπαιδευμένους. Αντ΄αυτού μπορεί κανείς να ακολουθήσει χωματόδρομο που κατηφορίζει από το χωριό Δρυγιές ο οποίος μας βγάζει ακριβώς πάνω από το φαράγγι. Στο σημείο αυτό τα απότομα τοιχώματα που υπάρχουν στην αρχή του φαραγγιού δημιουργούν μια πλαγιά που με μονοπάτι μπορεί κάποιος αρκετά εύκολα να κατεβεί στην καρδιά του φαραγγιού, ακριβώς στο πλέον εντυπωσιακό σημείο που δημιουργούνται οι συνεχόμενοι και όμορφοι καταρράκτες. Το φαράγγι δημιουργεί περίπου 10 εντυπωσιακούς καταρράκτες με το μεγαλύτερο να έχει ύψος πτώσης νερού 13 μέτρα. Το ίδιο εντυπωσιακές είναι και οι λιμνούλες που δημιουργούνται κάτω από κάθε καταρράκτη και είναι αξιοσημείωτο ότι το Σμιλιανό φαράγγι έχει τις μεγαλύτερες και βαθύτερες βάθρες από κάθε άλλο φαράγγι στην Κρήτη.
Η πορεία στο φαράγγι (όπως αποτυπώθηκε αρχές Ιουνίου μιας πολύ βροχερής χρονιάς)
Ξεκινώντας κοντά στον Σμιλέ, αρχικά περνάμε ένα μικρό καμαρωτό γεφυράκι και μετά από 50μ μπαίνουμε αμέσως στο κυρίως μέρος του φαραγγιού, όπου μας υποδέχεται μια μεγάλη λίμνη. Αμέσως παρακάτω το φαράγγι στενεύει (ως τα 2μ) και σχηματίζονται πολύ βαθειές βάθρες βάθους 2-3μ που απαιτούν κολύμπι. Το πρώτο μικρό ραπέλ που συναντάμε είναι κεκλιμένο και καταλήγει σε μια πολύ μεγάλη και βαθιά λίμνη (ιδανική για jump), όπου το βάθος ξεπερνάει τα 3μ για μεγάλο μήκος.
Αμέσως μετά ένας βράχος έχει σφηνωθεί ανάμεσα στα τείχη του φαραγγιού, δημιουργώντας μια φυσική γέφυρα. Αφού κολυμπήσουμε για αρκετά μέτρα (>25) χωρίς να πατώνουμε, συνεχίζουμε την πορεία μας χωρίς πρόβλημα. Σύντομα συναντάμε τον πρώτο μεγάλο καταρράκτη και το φαράγγι στενεύει πολύ (1-1.5μ). Για να συνεχίσουμε μέσα από το πολύ στενό αυτό σημείο του φαραγγιού απαιτείται η χρήση σκοινιών. Εναλλακτικά μπορούμε να περπατήσουμε παράλληλα στο φαράγγι μέχρι να βρούμε τον 13άρη καταρράκτη που καταλήγει σε πολύ βαθιά νερά, ιδανικός για ένα μεγάλο jump. Το φαράγγι συνεχίζει την πορεία του ανατολικά και οι μεγάλες κολύμπες μετατρέπονται σιγά σιγά σε μικρές λιμνούλες. Στην έξοδο του φαραγγιού το νερό είναι σχεδόν άφαντο, χωρίς να μπορεί κανείς να φανταστεί τον υδάτινο παράδεισο που κρύβεται λίγα μέτρα πιο πριν.