Κατά τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866-1869, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγκάστηκε να στέλνει συνεχώς πασάδες στην Κρήτη, αλλά οι πολεμικές επιχειρήσεις απέβαιναν άκαρπες. Ο τελευταίος πασάς που στάλθηκε στο νησί ήταν ο Αυνή Πασάς, ο οποίος αντιλαμβανόμενος την διαρκή αντίσταση των Κρητικών, αποφάσισε να αλλάξει την έως τότε επιχειρησιακή τακτική και να την αναπροσαρμόσει.
Έτσι, τα μέτρα που πήρε ήταν τα εξής:
- Παρείχε πολιτική προστασία σε όσους δήλωναν υποταγή στους «μουτήδες».
- Ο τουρκικός στόλος απέκλεισε τα βόρεια παράλια της Κρήτης ώστε να γίνει αδύνατος ο ανεφοδιασμός των επαναστατών από την ελεύθερη Ελλάδα.
- Επικήρυξε τους πρωταγωνιστές με 500 οθωμανικές λίρες τον καθένας.
- Μετέφερε στο νησί Κούρδους και Κιρκάσιους εποίκους, για να ενισχύσει τον μουσουλμανικό πληθυσμό.
- Ανέπτυξε ολόκληρο σύστημα μεγάλων και μικρών πύργων (τους Κουλέδες) σε επίκαιρα σημεία της Κρήτης, ώστε να ελέγχεται στρατιωτικά, πλήρως το νησί.
Συγκεκριμένα η Κρήτη χωρίστηκε σε πέντε νομούς, οι διοικητές των οποίων ανέλαβαν την ανέγερση των κουλέδων. Οι κουλέδες κτίστηκαν σε ψηλούς λόφους, σταυροδρόμια, λιμάνια, περάσματα και οι φρουρές τους είχαν σκοπό την κατασκοπεία των επαναστατών, τον έλεγχο των μετακινούμενων χριστιανών και την επικοινωνία μεταξύ τους (με σαλπίσματα ή φωτιές) σε περιπτώσεις κινδύνου, ώστε να μεταφερθεί το μήνυμα σειριακά στα κεντρικά στρατόπεδα (κισλάδες). Η λειτουργία των Κουλέδων είχε άμεσα και καταστρεπτικά αποτελέσματα για τους Κρητικούς, καθώς απέκοψε την ενδοεπικοινωνία μεταξύ τους.
Οι Κρητικοί αντέδρασαν έντονα στην ανέγερση των πύργων, παρενοχλώντας τους κτίστες, χαλώντας τα κτίσματα τα βράδια ή καταστρέφοντας τα ασβεστοκάμινα, από όπου προμηθεύονταν οι Τούρκοι τον ασβέστη για το κτίσιμο. Παρόλα αυτά, ο Αυνή πασάς κατάφερε να υλοποιήσει το σχέδιο του με Βούλγαρους και Αρμένιους τεχνίτες, οι οποίοι ως τον Αύγουστο του 1868 είχαν κτισει πάνω από 60 κουλέδες, ενώ σε 2 μήνες αυξήθηκαν σε 150. Οι πύργοι αυτοί, σε συνδυασμό με τους προυπάρχοντες, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην καταστολή της επανάστασης.
Όπως αναφέρθηκε, οι Τούρκοι ονόμασαν τους πύργους αυτούς Κουλέδες. Η μόνη διαφορά με τους υπόλοιπους πύργους του νησιού, ήταν ότι είχαν κτιστεί από το κράτος, κι όχι από ιδιώτες άρχοντες και φεουδάρχες (κυρίως Ενετούς). Οι Κρητικοί, προσπαθώντας να απελευθερωθούν, κατέστρεψαν πολλές φορές Κουλέδες, πολλοί από τους οποίους δεν υπάρχουν σήμερα. Ωστόσο, σε δεκάδες περιοχές της Κρήτης υπάρχουν σχετικά τοπωνύμια (πύργος ή κούλες), που μαρτυράει την ύπαρξη πύργων παλαιότερα. Λόγω του μεγάλου όγκου των πύργων, εδώ δεν θα ασχοληθούμε με όλους, αλλά με μερικούς που υπάρχουν ακόμη.
Στο ανατολικό άκρο της κοιλάδας του Αμαρίου ήταν κτισμένοι δύο Κουλέδες, του Βαθειακού και της Λοχριάς. Ο Κούλες του Βαθειακού, κτισμένος πάνω στον λόφο που βρίσκεται νότια από το χωριό, εξυπηρετούσε διπλό σκοπό.
Η επαρχία Σφακίων είναι διάσπαρτη από μικρούς και μεγάλους κουλέδες, δηλαδή οθωμανικούς πύργους, τους οποίους έκτισαν οι Οθωμανοί για να επιβλέπουν την επαναστατική αυτή περιοχή. Ένας από τους πλέον άγνωστους βρίσκεται ερειπωμένος στα βουνά δυτικά του φαραγγιού της Σαμαριάς και μπορείτε να τον προσεγγίσετε με μονοπάτι από τον κουλέ της Αγίας Ρουμέλης.
Ένα από τα πολλά φρούρια που έκτισαν οι Τούρκοι (κουλέδες) για να ελέγχουν τις ακτές των Σφακίων. Βρίσκεται σε κακή κατάσταση κοντά στο φαράγγι της Τρυπητής με μοναδική θέα στις τριγύρω περιοχές.
Το 1868 κτίστηκε ο μικρός Τούρκικος Κούλες στο Λουτρό, που βρίσκεται σήμερα ο Ναός της Αγίας Αικατερίνης, στα υψώματα προς τη μεριά της Ανώπολης. Αυτός χρησιμοποιήθηκε κι ως σχολείο.
Οι Τούρκοι, για να ελέγχουν τα παράλια των Σφακίων, έκτισαν ένα δίκτυο από πύργους (κουλέδες) που είχαν οπτική επαφή μεταξύ τους. Ένας από αυτούς βρίσκεται ανατολικά του χωριού του Αγίου Ιωάννη σε σημείο που έχει μοναδική θέα από τη Μεσαρά ως και την Παλαιόχωρα.
Εκτός από τους Κουλέδες του Ασκύφου, αρκετοί άλλοι Κουλέδες είχαν κατασκευαστεί στη σημερινή επαρχία Σφακίων με στόχο την κατάπνιξη της Επανάστασης και την ακινητοποίηση των Σφακιανών.
Οι περισσότεροι επισκέπτες του Λουτρού Σφακίων γνωρίζουν για το φρούριο κούλες που ακόμη και σήμερα δεσπόζει μισοερειπωμένος πάνω από το χωριό, αλλά αγνοούν την ύπαρξη ενός δεύτερου φρουρίου το οποίο είναι πολύ εύκολα προσβάσιμο. Το φρούριο της Καστέλλας βρίσκεται νότια του χωριού και δίπλα στο λιμάνι όπου δένουν τα μεγάλα πλοία από τη Χώρα Σφακίων.
Εδώ βρίσκουμε τα ερείπια ενός μικρού Κούλε που είχε οπτική επαφή με τους Κουλέδες του Αγίου Ιωάννη και του Λουτρού. Από το φρούριο δεν έχει απομείνει σχεδόν τίποτα, παρά οι βάσεις των τοίχων και μερικές τυφεκιοθυρίδες. Επίσης, υπάρχουν νεώτερες δεξαμενές, προφανώς κτισμένες με υλικό του φρουρίου.