Η Κρήτη είναι απομονωμένη από τις υπόλοιπες ηπειρωτικές περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, γεγονός που αποτυπώνεται έντονα στην γεννετική διαφορετικότητα της πανίδας του νησιού. Από τον περήφανο Κρητικό αίγαγρο, τον Κρητικό αγριόγατο και την Κρητική μυγαλή, ως τα στενοενδημικά αρθρόποδα και τις νυχτερίδες της Κρήτης, η πανίδα της Κρήτης κρύβει πολλά μυστικά για την εξέλιξη των ειδών. Στη Κρήτη δεν υπάρχουν ζώα επικίνδυνα για τον άνθρωπο, όπως συμβαίνει στις υπόλοιπες περιοχές της Ηπειρωτικής Ελλάδας. Μάλιστα, οι πρόγονοί μας απέδιδαν στην Κρήτη την έλλειψη μεγάλων θηλαστικών -όπως αρκούδων, λύκων, τσακαλιών, αλλά και δηλητηριωδών φιδιών- στον άθλου του Ηρακλή (η σύλληψη του ταύρου της Κρήτης και η μεταφορά του στις Μυκήνες), ο οποίος ήθελε να τιμήσει έτσι τη γενέτειρα του Δία, γι` αυτό την καθάρισε από κάθε "βλαβερό" και "δηλητηριώδες" ζώο. Οι μεταγενέστεροι πίστευαν ότι το νησί το καθάρισε ο Απόστολος Παύλος, που έμεινε για δύο χρόνια στο νησί, με τους ξορκισμούς του και τις ευλογίες του.
- 1
- 2
Τα τρωκτικά είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικογένεια θηλαστικών της Κρήτης, μετά τις νυχτερίδες της. Εκτός από τους σκαντζόχοιρους, τον μυωξό και τον ακανθοποντικό, που περιγράφονται σε ξεχωριστά άρθρα, η Κρήτη φιλοξενεί τον δασοποντικό, τον βραχοποντικό, τον σπιτικό ποντικό, τον δεκατιστή και τον μαύρο αρουραίο.
Η Κρήτη έχει απομονωμένα δάση, πολλές εγκαταλελειμένες αγροικίες και περισσότερα από 2000 σπήλαια, που μαζί με τα μικρά σπήλαια, ξεπερνούν τις 5000. Έτσι, ανέκαθεν αποτελούσε ιδανικό μέρος για τα πτερωτά θηλαστικά της, τις νυχτερίδες. Στην Κρήτη έχουν εντοπιστεί ήδη πολλά είδη νυχτερίδων
Ο μυωξός (Glis glis argenteus) ή ποντικοσκίουρος αποτελεί υποείδος του κοινού είδους μυωξού, το οποίο απαντάται σε όλη την Ευρώπη και την δυτική Ασία. Η Κρήτη αποτελεί το νοτιότερο σημείο που τον συναντάμε. Στην Κρήτη, ο κυριότερος πληθυσμός περιορίζεται στο φαράγγι της Σαμαριάς, ενώ έχουν αναφερθεί μυωξοί και στον Ψηλορείτη.
Ο λαγός (επιστ. Lepus europaeus) είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα θηλαστικά σε όλη την Ευρώπη, το οποίο υπάρχει σε μεγάλους πληθυσμούς σε όλη την Κρήτη. Είναι ζώο θηλαστικό, χορτοφάγο με συνολικό μήκος έως 55 εκατοστά, ζυγίζει 2-3 κιλά. Το χρώμα του είναι καστανόγκριζο έως γκρίζο καφέ. Έχει μακριά αυτιά, τα πίσω πόδια του είναι πιο μακριά από τα μπροστινά και τα πέλματα του καλύπτονται από παχύ τρίχωμα και αφήνουν χαρακτηριστικό αποτύπωμα στο χιόνι.
Το ευρωπαϊκό αγριοκούνελο (επιστ. Oryctolagus cuniculus) είναι ένα συγγενικό είδος του λαγού, το οποίο έχει εισαχθεί στον νησί της Κρήτης από τον άνθρωπο, και πολλοί το μπερδεύουν με τον λαγό. Παρά την ύπαρξη πολλών φυσικών θηρευτών, το αγριοκούνελο, που αναπαράγεται ταχύτατα, εξαπλώθηκε σε όλη την Κρήτη και σε πολλά μικρά νησιά που υπάρχουν τριγύρω,
Ο Κρητικός ακανθοποντικός (επιστ. Acomys minous) αποτελεί ένα απειλούμενο θηλαστικό, το οποίο απαντάται αποκλειστικά στο νησί της Κρήτης. Το όνομα του το παίρνει από τις σκληρές χοντρές τρίχες που βρίσκονται στη ράχη και στην ουρά του.
Ο Κρητικός Ιχνηλάτης είναι η αρχαιότερη ράτσα κυνηγετικών σκυλιών στην Ευρώπη, με περισσότερα από 4000 χρόνια ιστορίας αποκλειστικά στο νησί της Κρήτης. Θεωρείται ότι κατάγεται από την αρχαία λαγωνική ράτσα της Αιγύπτου Μπασέντζι, που εισήχθη στο νησί για να προσαρμοστούν στις ιδιαίτερες συνθήκες του. Μέχρι τα μέσα του προηγούμενου αιώνα είχαν απομείνει λίγα καθαρόαιμα σκυλιά, κυρίως στη Ανατολική Κρήτη, αλλά σήμερα η κατάσταση έχει βελτιωθεί αισθητά.
Η βραχυκέρατη αγελάδα της Κρητικής φυλής διασώζει σήμερα πολλά άτομα κυρίως στην περιοχή της Δρακώνας στα Λευκά Όρη και μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν σχεδόν εξαφανισμένη.
- 1
- 2