Ο μυστηριώδης αγριόγατος της Κρήτης (επιστ. Felis silvestris cretensis) ή φουρόγατος αποτελεί ενδημικό υποείδος του Ευρωπαϊκού αγριόγατου. Θα ακούσετε κάποιους να τον αναφέρουν κι ως Κρητικό Λύγκα, παρόλο που δεν ανήκει στην ίδια οικογένεια με τους λύγκες. Είναι το μόνο άγριο αιλουροειδές του νησιού, το οποίο είναι περιορισμένο σε μικρό τμήμα της Κρήτης, κυρίως στον Ψηλορείτη (στο δάσος του Ρούβα), στα Λευκά Όρη και στα Λασιθιώτικα.
Ο φουρόγατος για πολλά χρόνια θεωρούνταν εξαφανισμένος, ένα «ζώο φάντασμα», και οι μαρτυρίες για την ύπαρξη του περιοριζόταν σε βοσκούς. Μοναδικό χειροπιαστό επιστημονικό στοιχείο που υπήρχε μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα ήταν δύο δέρματα που είχε αγοράσει το 1905 μια Αγγλίδα επιστήμονας στα Χανιά. Ωστόσο, στις 10 Απριλίου του 1996 δύο φοιτήτριες του πανεπιστημίου της Perugia που μελετούσαν τα σαρκοφάγα ζώα της Κρήτης σε συνεργασία με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, έστησαν παγίδες κοντά στον Πλάτανο Αμαρίου. Σε μία από αυτές πιάστηκε ένας αγριόγατος, παίρνοντας σάρκα και οστά. Αργότερα, βοσκός εντόπισε μια φωλιά με 5 μικρά γατάκια στο δάσος του Ρούβα. Το 1997, βρέθηκε νεκρό ζώο στα Λευκά Όρη επιβεβαιώνοντας τις μαρτυρίες ότι τις σκοτεινές νύχτες ακούγονται στριγγλιές από γάτες μέσα στο φαράγγι της Σαμαριάς. Τον Οκτώβριο του 2017 ένας κτηνοτρόφος στον Ομαλό Χανίων στην προσπάθεια του να παγιδεύσει κάποιο ζώο που του σκότωνε τα νεαρά αρνάκια, έπιασε σε παγίδα ένα θηλυκό φουρόγατο. Ο φουρόγατος μεταφέρθηκε στα Χανιά και σε συνεργασία με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης υποβλήθηκε σε διάφορες εξετάσεις και αφέθηκε πάλι στη φύση. Το 2013, ένας κυνηγός σκότωσε έναν φουρόγατο στο Καθαρό στη Δίκτη.
Η αγριόγατα βρίσκεται σε οριακό σημείο επιβίωσης, καθώς κινδυνεύει με εξαφάνιση κυρίως λόγω της χρήσης δηλητηρίων στη φύση. Επίσης, μπορεί να ζευγαρώσει με κανονικές γάτες και να προκύψουν υβρίδια με αλλοιωμένο γενετικό κώδικα. Το σώμα του φουρόγατου είναι μεγαλύτερο από τις κοινές γάτες, και στα αρσενικά φτάνει σε μήκος τα 50cm και η ουρά τα 30cm. Η ουρά είναι στενότερη στη βάση και πιο φουντωτή στην άκρη. Επίσης, το χρώμα του τριχώματος είναι ανοιχτό καφέ με σκούρες κηλίδες και ραβδώσεις. Στη ουρά υπάρχουν μαύροι δακτύλιοι, ενώ το άκρο είναι πάντα μαύρο. Τρέφεται με λαγούς, πουλιά, έντομα και τρωκτικά, ενώ ζει σε βραχώδεις περιοχές και απομονωμένα δάση σε υψόμετρο 900-1200μ. Τέλος γεννάει 4-7 μικρά, 1-2 φορές το χρόνο.
Πιστεύεται ότι οι πρώτοι έποικοι της Κρήτης μετέφεραν εξημερωμένες γάτες στην Κρήτη, πιθανότερα από την Αφρική, οι οποίες ανήκαν στο πιο μικρόσωμο υποείδος του Felis silvestris libyca. Οι γάτες αυτές πέρασαν στη φύση και εξελίχτηκαν στο άγριο υποείδος του cretensis. Εναλλακτικά, η γάτα προυπήρχε στην Κρήτη πριν από τον χωρισμό της από την ηπειρωτική χώρα.