Το σπήλαιο Λέων ανακαλύφθηκε επίσημα την Κυριακή 11 Αυγούστου 2008 από μια Γάλλο-Ελληνική σπηλαιολογική αποστολή στα Λευκά Όρη Χανίων (περιοχή Ατζινόλακος στην περιφέρεια του Μελιδονίου). Ωστόσο η ύπαρξη του έγινε γνωστή πριν από λίγα χρόνια κατά την διάρκεια αποστολής του Γαλλικού συλλόγου Catamaran. Το όνομα Λέων προέρχεται από μια χαρακτηριστική γεωλογική μορφή ακριβώς από πάνω που θυμίζει λιοντάρι.
Η περιοχή των Ατζινών παρουσιάζει έντονα σπηλαιολογικά φαινόμενα, τα οποία έχουν προσελκύσει, γαλλικές κυρίως, εξερευνητικές αποστολές. Η περιοχή φιλοξενεί τα βαθύτερα σπηλαιοβάραθρα της Ελλάδας (Γουργούθακας, Leon, Μαύρο Σκιάδι κα). Είναι πολύ πιθανό η συστηματοποίηση των ερευνών στην περιοχή να οδηγήσει σε ακόμη σημαντικότερες ανακαλύψεις στα επόμενα χρόνια.
Η κατάβαση στο σπήλαιο είναι εξαιρετικά δύσκολη ειδικά μέχρι τα μέσα του (470μ). Το 2008, η 23 μελής ομάδα που εξερεύνησε το σπήλαιο, έφτασε σε βάθος 1110μ και μήκος 2850μ, γεγονός που κατέταξε το σπήλαιο στο δεύτερο βαθύτερο στην Ελλάδα, 60στό στον κόσμο και στην ελίτ των 84 σπηλαίων παγκοσμίως που ξεπερνούν το βάθος των 1000μ. Η είσοδος του «Λιονταριού» βρίσκεται σε υψόμετρο 1600μ, ενώ από την είσοδο του βγαίνει έντονο κρύο ρεύμα αέρα, ένδειξη του τεράστιου μεγέθους του. Στο πρώτο του τμήμα του, δηλ. από την είσοδο μέχρι το βάθος των 480μ, είναι σχετικά στεγνό, στενό και έντονα βαραθρώδες με διαδοχικές αλλά μικρές κατακόρυφες καταβάσεις. Σε βάθος -480μ η μορφολογία του σπηλαίου αλλάζει καθώς μετατρέπεται σε υπόγειο ποτάμι το οποίο διαρρέει γαλαρία με μεγάλες διαστάσεις (πλάτος έως και 20μ, ύψος 20 εως 30 μέτρα) και παροχή η οποία όσο σταδιακά αυξάνεται (με το βάθος) φτάνοντας τα 200 λίτρα/δευτ. στον πάτο. Στα βαθύτερα τμήματα το σπήλαιο σχηματίζει πολλούς καταρράκτες αλλά και μικρές διαδοχικές λίμνες. Στο βαθύτερο σημείο του (-1110μ δηλ. σε υψόμετρο 530μ από την επιφάνεια της θάλασσας) το σπήλαιο καταλήγει σε σιφόνι το οποίο απαιτεί κατάδυση για να συνεχιστεί η εξερεύνηση.