Η ανέγερση πύργων αποτέλεσε ένα από τα οχυρωματικά μέτρα που έλαβαν οι εκάστοτε κατακτητές της Κρήτης (κυρίως Ενετοί και Τούρκοι) για να ισχυροποιήσουν την επικυριαρχία τους στο νησί και να προστατευτούν από τα συνεχή επαναστατικά κινήματα των Κρητικών. Πύργους έκτισαν κι οι Βυζαντινοί την περίοδο 961-1204μΧ, για να προστατεύσουν το θέμα (επαρχία) τους από τις ληστρικές επιδρομές των πειρατών.
Ο Πύργος ήταν ένα ψηλό οικοδόμημα θεμελιωμένο πάνω σε ισχυρή βάση, που χρησιμοποιούνταν κυρίως για αμυντικούς σκοπούς. Το σχήμα του ήταν κυκλικό, ημικυκλικό, τετραγωνικό ή πολυγωνικό. Πύργοι κτίζονταν πολλές φορές στην εξωτερική πλευρά των τειχών ενός κάστρου, κοντά στις πύλες του και στις γωνίες των φρουρίων.
Εδώ θα ασχοληθούμε κυρίως με τους μεμονωμένους πύργους που είχαν κατασκευαστεί στο εσωτερικό του νησιού και στόχευαν στην επιβολή των κατακτητών πάνω στον Κρητικό λαό, αλλά και με λίγους πύργους που ήταν κτισμένοι στις ακτές που είχαν σκοπό την εποπτεία της θάλασσας και να προειδοποιούν τους κατοίκους για εξωτερικούς εχθρούς. Αυτοί οι παραθαλάσσιοι πύργοι λέγονταν προειδοποιητικοί (torrete di aviso). Οι Ενετοί το 1573 σχεδίαζαν να κτίσουν πολλούς πύργους torrete di aviso σε όλες τις ακρογιαλιές, σε αποστάσεις που θα είχαν οπτική επαφή. Οι πύργοι αυτοί ήταν πολυώροφοι και οδηγούσαν από όροφο σε όροφο με κινητές ξύλινες σκάλες.
Ενώ τα κάστρα, φρούρια και καστέλια αποτελούσαν δημόσια κτίρια και ανεγείρονταν με δημόσια δαπάνη και με τις αγγαρείες του ντόπιου πληθυσμού, οι πύργοι ήταν κτίρια μικρότερα που κτίζονταν κυρίως από μεμονωμένα άτομα ή οικογένειες φεουδαρχών με αγγαρείες ή με δικά τους έξοδα. Ήταν δηλαδή ιδιόκτητοι και μεταβιβάζονταν στους απογόνους τους. Γι’ αυτό σε εμφανές μέρος, συνήθως πάνω από το ανώθυρο της κεντρικής εισόδου, έφεραν το οικόσημο της οικογένειας που αποτελούσε και την ταυτότητα του πύργου. Έτσι, αρχικά η συστηματική ανέγερση πύργων έγινε από τους ενετούς φεουδάρχες και ύστερα από τους Τούρκους Μαλικιαναγάδες.
Επίσης, στο παρόν εδάφιο θα αναφερθούμε σε κτίρια τα οποία δεν έχουν τα χαρακτηριστικά των αμυντικών πύργων, αλλά ήταν οι πολυτελείς επαύλεις που διέμεναν οι άρχοντες των χωριών. Οι πύργοι, όπως έχει επικρατήσει να λέγονται, είχαν διαμορφωθεί κατάλληλα ώστε να καλύπτουν τις οικιστικές ανάγκες των φεουδαρχών, αλλά παράλληλα προσέφεραν και διάφορες διοικητικές και στρατιωτικές υπηρεσίες. Ήταν γνωστές ως επαύλεις, κονάκια, σεράγια, που έπαιζαν κι αυτά το ρόλο του πύργου.
Σύμφωνα με ιστορικά έγγραφα ο αριθμός των πύργων ανά επαρχία ήταν: Επαρχία Σητείας 22, Μεραμπέλου 16, Ιεράπετρας 15, Πεδιάδας 24, Ρίζου 4, Καιρουργίου 9, Πυργιώτισσας 7. Αυτός ο αριθμός εκτοξεύθηκε μετά το 1869, όταν οι Τούρκοι έκτισαν πάρα πολλούς δημόσιους πύργους σε όλη την Κρήτη (κουλέδες). Οι περισσότεροι από τους πύργους δεν υπάρχουν πλέον, καθώς καταστράφηκαν από την μανία των επαναστατημένων Κρητικών.
Ένας Ενετικός Πύργος υπήρχε στους Σταμνούς Πεδιάδας, διώροφος και με πολεμίστρες στον δεύτερο όροφο. Βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση και χρησιμοποιείται ως κατοικία.
Το πλούσιο χωριό Βενεράτο Τεμένους, που απέχει 20km από το Ηράκλειο, ήταν κατά τον 16ο αιώνα θέρετρο των Ενετών αρχόντων. Τόσο ευχάριστη ήταν η διαμονή τους εδώ, ώστε το παρομοίαζαν με την Βενετία («παρά κρεμμυδόφυλλο Βενετία»).
Η Επισκοπή Μυλοποτάμου, κοντά στο Πέραμα Ρεθύμνου, κατά την Τουρκοκρατία ανήκε στην οικογένεια των Τουρκοκρητικών Κερίμηδων (Κερίμογλου) ή Κυρίμηδων. Εδώ είχαν κτίσει πύργο για να προστατεύσουν τις περιουσίες τους.
Στον Άγιο Ιωάννη Μυλοπόταμου, 40km νοτιοανατολικά του Ρεθύμνου, βρίσκεται ένα ενετικό οίκημα, «Αρχοντικό», κάποιου Ενετού άρχοντα, που είχε εξισλαμηθεί τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Ο Αγριολίδης ήταν ένας φοβερός γενίτσαρος της Μεσαράς, που έδρασε στα χρόνια της Επανάστασης του 1821. Κατοικούσε σε ένα πύργο του 17ου αιώνα, στο χωριό Άγιος Ιωάννης Πυργιώτισσας, κοντά στη Φαιστό, ο οποίος σώζεται ακόμη και σήμερα.
Στη κυριότητα των Κουρμούληδων ανήκαν δύο πύργοι στον Κουσέ, οι οποίοι ήταν ενετικοί και θεωρούνταν απόρθητοι. Οι πύργοι αυτοί διέθεταν πολεμίστρες, αποθηκευτικούς χώρους και στα υπόγεια τους εκκλησία – κατακόμβη, όπου τελούσαν τα χριστιανικά τους καθήκοντα, βάφτιζαν τα παιδιά τους, έκαναν τους γάμους τους, παρακολουθούσαν τη θεία λειτουργία και κοινωνούσαν.
Στο Αποδούλου Αμαρίου σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση ένα οίκημα που οι ντόπιοι αποκαλούν Φράγκικο Κονάκι ή Κονάκι της λαίδης Χέυ. Την έπαυλη αυτή έκτισε ο Άγγλος λόρδος Τζων Χαίην, μετά το 1829.
Στον Μοχό Πεδιάδας (κοντά στην Σταλίδα) ζούσε, κατά την περίοδο της Επανάστασης του 1821, ο γενίτσαρος Αρίφ Μόχογλου. Ο Μόχογλου είχε οικοδομήσει οχυρό πύργο, όπου διέμενε η οικογένεια του.