Η λίμνη και το ποτάμι του Αλμυρού στην περιοχή της Γεωργιούπολης αποτελούν έναν από τους σπουδαιότερους υγροτόπους της δυτικής Κρήτης. Στη λίμνη συναντάμε αγριόπαπιες, νερόκοτες και πολλά άλλα υδρόβια πτηνά. Περιφερειακά της λίμνης δημιουργείται ένας φυσικός φράχτης από υδροχαρή φυτά, αγριοκαλαμιές και καλάμια, μυρτιές, πικροδάφνες και βάτα. Η λίμνη είναι φυσική και τροφοδοτείται από πηγές που μεταφέρουν νερό από τα Λευκά Όρη. Η όχθη έχει διαμορφωθεί για τη λειτουργία μικρού υδροηλεκτρικού σταθμού ισχύος 300kW, ο οποίος λειτουργεί από το 1956. Μετά τη λίμνη ο ποταμός συνεχίζει την σύντομη πορεία του ως τη θάλασσα και κάπου στη μέση ενώνεται με τον Μπούτακα ποταμό.
Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, η ευρύτερη περιοχή είχε τη μορφή βάλτου και η ελονοσία καθιστούσε τη συστηματική κατοίκηση απαγορευτική και οι άνθρωποι ζούσαν σε κοντινά χωριά σε υψηλότερα υψόμετρα. Το έλος αποξηράνθηκε, περιορίζοντας τα νερά στην περιοχή της σημερινής λίμνης, και έτσι δημιουργήθηκαν νέα εύφορα χωράφια. Τότε φυτεύτηκαν και οι πανύψηλοι ευκάλυπτοι της Γεωργιούπολης, καθώς τα δέντρα αυτά χρησιμοποιούνται ευρέως σε έργα αποξήρανσης ελών λόγω του ότι συγκρατούν μεγάλες ποσότητες υγρασίας αλλά και μειώνουν τους πληθυσμούς των κουνουπιών. Έκτοτε η περιοχή κατέστη ασφαλής και επίσημα ιδρύθηκε η Αλμυρούπολη το 1893, πριν μετονομαστεί σε Γεωργιούπολη προς τιμή του Πρίγκηπα Γεωργίου το 1899.
Η ονομασία «Αλμυρός» οφείλεται στο ότι το νερό ενώνεται υπόγεια με θαλασσινό και είναι υφάλμυρο. Η ίδια ονομασία και λόγος προέλευσης υπάρχει και σε ακόμη δύο σπουδαίους υδροβιότοπους της Κρήτης, τον Αλμυρό Ηρακλείου και τον Αλμυρό Αγίου Νικολάου στο Λασίθι.