Η αρχαία Ίτανος υπήρξε μια από τις ισχυρότερες πόλεις της Κρήτης, ειδικά κατά τους Ελληνιστικούς και ελληνορωμαϊκούς χρόνους. Το όνομα της προέρχεται από τον ιδρυτή της Ίτανο, που καταγόταν από την Φοινίκη. Η επικράτεια της στην ακμή της έφτανε από το ακρωτήριο Σαμώνιο (σημερινό Σίδερο) έως το ακρωτήριο Ερυθραίο (σημερινό ακρωτήριο Γούδουρα). Η πόλη πλούτισε από την βιοτεχνία γυαλιού, την αλιεία και το εμπόριο της πορφύρας, της κόκκινης βαφής που προέρχεται από εκχύλισμα κοχυλιών. Το νησί Κουφονήσι, το οποίο υπήρξε κατάκτηση της Ιτάνου, ήταν διάσημο για την παραγωγή πορφύρας. Επίσης, στο Παλαίκαστρο της Ιτάνου βρισκόταν ο ναός του Δικταίου Διός, ο οποίος απέφερε μεγάλα κέρδη στην περιοχή. Ο αρχαιολογικός χώρος της Ιτάνου βρίσκεται πολύ κοντά στο διάσημο Φοινικόδασος στο Βάι, στην Ανατολική Κρήτη.
Η δύναμη της Ιτάνου εκφράζεται από τα επιβλητικά μαρμάρινα κτίρια της, τους ναούς της (Ασκληπιού, Διός, Τύχης, Αθηνάς) αλλά και την κοπή δικού της νομίσματος με την όψη της προστάτιδας της Αθηνάς. Η Ίτανος αποτελούσε μεγάλο αντίζηλο της Πραισού (κοντά στη σημερινή Νέα Πραισό) και της Ιεράπυτνας (σημερινή Ιεράπετρα). Κύριος πόλος της αντιζηλίας αποτέλεσε το κερδοφόρο Ιερό του Δικταίου Διός και η Λεύκη (Κουφονήσι). Η Πραισός κάποτε κατάφερε να προσαρτήσει το Ιερό του Διός στην επικράτεια της, αλλά η Ίτανος κατάφερε να το ξαναπάρει το 150 πΧ, καθώς την κατάλληλη στιγμή ζήτησε την βοήθεια των Αιγυπτίων συμμάχων της, οι οποίοι εγκατέστησαν και μόνιμη φρουρά στην περιοχή. Σχετική επιγραφή σώζεται ακέραιη σε τοίχο της μονής Τοπλού, λίγα χιλιόμετρα δυτικότερα. Μετά από 4 χρόνια η αποδυναμωμένη Πραισός καταστράφηκε από την Ιεράπυτνα και έτσι έμειναν δύο παίκτες στο προσκήνιο. Έτσι, η Ίτανος απέκτησε σύνορα με την Ιεράπυτνα και γρήγορα άρχισαν οι προστριβές για το Ιερό και το Κουφονήσι. Η Ίτανος άρχισε να παρακμάζει με τον σεισμό του 795μΧ, ο οποίος προκάλεσε καθίζηση του εδάφους της, ενώ τελειωτικό ήταν το χτύπημα από την επίθεση των Αράβων τον 9ο αιώνα. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτή την περίοδο η Ίτανος απέκτησε μεγαλοπρεπείς χριστιανικούς ναούς, ερείπια των οποίων σώζονται. Η πόλη δεν εγκαταλείφθηκε μέχρι τον 15ο αιώνα, όταν οι συνεχόμενες πειρατικές επιδρομές ανάγκασαν τουν κατοίκους να αποσυρθούν στην ενδοχώρα. Μάλιστα, πιστεύεται ότι οι κάτοικοι ίδρυσαν τη Σίτανο, ένα χωριό κοντά στη Νέα Πραισό και στο Καρύδι Σητείας.
Σήμερα ο επισκέπτης μπορεί να περπατήσει τον χώρο σταματώντας στα διάφορα ερείπια όπως το μεγάλο φυλάκιο «πύργος» στη δυτική ακρόπολη, από μελανούς ογκόλιθους, την μεγάλη παλαιοχριστιανική εκκλησία στην ανατολική ακρόπολη, την ελληνιστική συνοικία, τους δυο παλαιοχριστιανικούς ναούς στους πρόποδες του λόφου που οδηγεί στο Βάι και το νεκροταφείο έξω από την πόλη. Μετά την καταστροφή της πόλης στα βυζαντινά χρόνια υπάρχουν ενδείξεις ότι ο χώρος κατοικήθηκε στην Ενετοκρατία.