Η μονή της Παναγίας της Καρυδιανής είναι ένα άγνωστό, αλλά ιστορικό μοναστήρι 6km δυτικά των Μύθων, στις νότιες υπερώιες των Λασιθιώτικων Βουνών. Το μοναστήρι που είναι κτισμένο σε μια καταπράσινη περιοχή σε υψόμετρο 750m με απίστευτη θέα στη θάλασσα και στο βουνό, αποτελεί μετόχι της μονής Φανερωμένης.
Ο ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται στην Άνω Σύμη της Ιεράπετρας. Η εκκλησία με τις υπέροχες τοιχογραφίες του Μανουήλ Φωκά (1453) ήταν αρχικά μονόχωρη και προστέθηκε αργότερα εγκάρσιος νάρθηκας.
Στο κεντρικότερο σημείο του κάμπου της Ιεράπετρας συναντάμε το χωριό Επισκοπή. Το όνομά του (όπως και οι άλλες Επισκοπές της Κρήτης) το οφείλει στο γεγονός ότι στη Βυζαντινή περίοδο υπήρξε έδρα Επισκόπου. Στο κέντρο σχεδόν του χωριού συναντάμε τον εντυπωσιακό ναό του Αγίου Γεωργίου και Αγίου Χαραλάμπους.
Το μοναστήρι ήταν από τα ιστορικότερα και παλαιότερα στην Κρήτη, αλλά πλέον είναι ερειπωμένο και το μόνο που σώζεται είναι καθολικό που είναι αφιερωμένο στο Γενέθλιο της Θεοτόκου. Το καθολικό της Παναγίας είναι μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός με πανέμορφο τέμπλο του 1869.
Σε πολύ κοντινή απόσταση στον αρχαίο οικισμό Βροντάς, στην τοποθεσία Ξεράμπελα, βρίσκεται η παλιά μονή της Αγίας Παρασκευής, πάνω από την πηγή Βρύση. Ακόμη διακρίνονται τα υπολείμματα των κελιών της μονής, ενώ δίπλα στο ναό υπάρχει μια πανάρχαια ελιά.
Η απομονωμένη κι έρημη μονή του Αγίου Γεωργίου Άσσαρη είναι μετόχι της μονής Φανερωμένης. Γύρω υπάρχουν ίχνη από τα κελιά και τα βοηθητικά κτίσματα της μονής που λειτούργησε κατά την Ενετοκρατία.
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων αποτελεί το στολίδι και το καμάρι των κατοίκων της γειτονιάς του Λυγαρά στο Καβούσι λόγω της παλαιότητάς του και των μοναδικής ομορφιάς αγιογραφιών που έχει. Πρόκειται για ένα μονόχωρο καμαροσκέπαστο και πραγματικά κατάγραφο ναό που χρονολογείται ανάμεσα στο 1200 -1250.
Ο δίκλιτος ναός του Αγίου Αντωνίου στο Μύρτος Ιεράπετρας είναι αφιερωμένος στον Άγιο Αντώνιο και την Ανάληψη του Ιησού. Πιστεύεται ότι κτίστηκε πριν τον 13ο αιώνα, ενώ αναφέρεται σε χάρτη του 15ου αιώνα. Ο ναός καταστράφηκε κατά την Ενετοκρατία και αναστηλώθηκε το 1853. Κατά τη διάρκεια εργασιών στα μέσα του 20ου αιώνα εντοπίστηκαν τμήματα μαρμάρινων κιόνων και αγαλμάτων.